Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2014

ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ


Ὁ Γέρων Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης ( +02.12.1991)
Γεωργίου Ἀρβανίτη, τ. Προέδρου Ἐφετῶν
πηγή: περιοδικὸ Πεμπτουσία, Τεῦχος 2ο, Ἀπρίλιος - Ἰούλιος 2000, σελ. 134-139.
Ὁ Γέροντας Πορφύριος γεννήθηκε τὸ 1906 στὸν Ἅγιο Ἰωάννη Καρυστίας Εὐβοίας καὶ βαπτίσθηκε Εὐάγγελος. Στὸ σχολεῖο φοίτησε μόνον δύο χρόνια. Ἡ ἀσθένεια τοῦ δασκάλου καὶ ἡ φτώχεια τῆς οἰκογένειάς του τὸν ἔσπρωξαν νὰ ἐργασθεῖ βόσκοντας τὰ λίγα ζῶα της. Λίγο ἀργότερα, περίπου ἐννέα χρονῶν παιδάκι, ἐργάστηκε στὸ ἀνθρακωρυχεῖο τῆς περιοχῆς καὶ μετὰ σ᾽ ἕνα παντοπωλεῖο γνωστοῦ της οἰκογένειας, στὸν Πειραιά. Ὁ πατέρας του εἶχε πάει νὰ δουλέψει στὴν διώρυγα τοῦ Παναμᾶ, γιὰ νὰ συντηρήσει τὴν οἰκογένειά του.
Στὰ χέρια τοῦ ὀκτάχρονου τσοπανόπουλου εἶχε φτάσει ἕνα φυλλαδιάκι μὲ τὸν βίο τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Καλυβίτου, τὸ ὁποῖο διάβαζε συλλαβιστά. Αὐτὸς ὁ Ἅγιος εἶχε συγκινήσει τὸν μικρὸ Εὐάγγελο καὶ τοῦ εἶχε δημιουργήσει τὸν πόθο νὰ τὸν μιμηθεῖ. Ἔτσι, γύρω στὰ δώδεκα χρόνια του, ξεκίνησε μόνος του κρυφὰ γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ στὸ πλοῖο συνάντησε τὸν μετέπειτα Γέροντά του, ἱερομόναχο Παντελεήμονα, τὸν πνευματικό, ποὺ ἀσκήτευε στὴν καλύβη  τοῦ  Ἁγίου Γεωργίου στὴ Σκήτη Καυσοκαλυβίων τοῦ Ἁγίου Ὅρους.
Σ᾽ αὐτὸν τὸν Γέροντα καὶ τὸν αὐτάδελφό του μοναχὸ Ἰωαννίκιο, ὁ νεαρὸς δόκιμος ἔκανε χαρούμενη καὶ ἄκρα ὑπακοὴ καὶ ἔτσι σὲ λίγα χρόνια ἀξιώθηκε νὰ καρεῖ μοναχὸς καὶ νὰ μάθει ἔμπρακτα τὰ μυστικὰ τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
Ἀποτέλεσμα τῆς μεγάλης ἀγάπης του στὸν Χριστὸ καὶ στοὺς γέροντές του, τῆς ὑπακοῆς καὶ τῆς ἀσκήσεώς του, ἦταν νὰ τὸν ἐπισκεφθεῖ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τοῦ δοθεῖ σὲ νεαρὴ ἡλικία τὸ χάρισμα τῆς διοράσεως, δηλαδὴ τῆς δυνατότητας νὰ βλέπει, ὅταν ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργοῦσε, τὰ ἀόρατα πράγματα ἢ πνεύματα ἢ γεγονότα τοῦ παρελθόντος καὶ τοῦ παρόντος καὶ μερικὲς φορὲς καὶ τὰ μέλλοντα.
«Καὶ πάντα εὔχομαι τὰ πνευματικά μου παιδιὰ ν᾿ ἀγαπήσουν τὸν Θεό, ποὺ εἶναι τὸ πᾶν, γιὰ νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ μποῦμε στὴν ἐπίγειο ἄκτιστη Ἐκκλησία Του. Γιατί ἀπὸ ἐδῶ πρέπει ν᾿ ἀρχίσουμε καὶ νὰ διαβάζω τοὺς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας, τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς βίους τῶν Ἁγίων μας καὶ εὔχομαι καὶ σεῖς νὰ κάνετε τὸ ἴδιο. Ἐγὼ προσπάθησα μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ πλησιάσω τὸν Θεὸ καὶ εὔχομαι καὶ ἐσεῖς νὰ κάνετε τὸ ἴδιο».
Στὸ Ἅγιον Ὅρος ἀσθένησε ἀπὸ πλευρίτιδα γύρω στὰ 18 του χρόνια καὶ οἱ γέροντές του τὸν ἔστειλαν σὲ μοναστήρι στὸν κόσμο γιὰ θεραπεία. Σ᾽ αὐτὸ τὸ μοναστήρι στὴν Εὔβοια τὸν γνώρισε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Σινᾶ Πορφύριος καὶ ἀφοῦ διεπίστωσε ὅτι ὁ Θεὸς τὸν εἶχε ἐπισκιάσει μὲ τὴν Χάρη Του, τὸν χειροτόνησε ἱερέα σὲ ἡλικία 20 ἐτῶν. Μετὰ ἀπὸ ἕνα μικρὸ διάστημα ὁ Μητροπολίτης τῆς περιοχῆς τὸν κατέστησε πνευματικὸ καὶ ἔτσι ἔθεσε στὴν ὑπηρεσία τῶν πιστῶν τὸ χάρισμα τῆς διοράσεως, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ Θεὸς εἶχε χαριτώσει τὸν δοῦλο του Πορφύριο. Μὲ τὸ χάρισμα αὐτό, ὁ νεαρὸς ἱερομόναχος καὶ πνευματικὸς Πορφύριος βοηθοῦσε τοὺς ἀνθρώπους νὰ γλιτώσουν ἀπὸ διάφορες πλεκτάνες τοῦ πονηροῦ, νὰ καταλάβουν τί γίνεται στὴν ψυχή τους, νὰ μὴν πιστεύουν στὶς ἀπάτες τῶν μαγισσῶν, ποὺ μὲ τὸ πρόσχημα ὅτι θὰ τοὺς λύσουν τὰ μάγια, τοὺς ἀπομυζοῦσαν τὶς οἰκονομίες τους, νὰ διαπιστώνουν καὶ νὰ θεραπεύουν τὶς σωματικές τους ἀσθένειες καὶ τὰ αἴτιά τους καὶ γενικὰ νὰ δοῦν καὶ νὰ καταλάβουν πράγματα ποὺ θὰ τοὺς βοηθοῦσαν στὴν ζωή τους.
Τὸ 1940 διορίστηκε ἐφημέριος στὴν Πολυκλινικὴ Ἀθηνῶν, στὴν ὁδὸ Σωκράτους, κοντὰ στὴν πλατεία Ὁμονοίας. Σ᾽ αὐτὴ τὴν θέση παρέμεινε 33 χρόνια, ἐξομολογώντας τοὺς ἀσθενεῖς καὶ ἄλλους, προσευχόμενος, συμβουλεύοντας καὶ ὄχι λίγες φορὲς θεραπεύοντας μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀσθενεῖς ποὺ ζητοῦσαν τὴν βοήθειά του. Παρ᾽ ὅλον δὲ ὅτι ἔκρυβε ἐπιμελῶς τὰ χαρίσματά του, εἶχε γίνει γνωστὸς σὲ κάποιον σχετικῶς περιορισμένο ἀριθμὸ πιστῶν ποὺ σιγὰ-σιγὰ μεγάλωνε.
Τὸ 1950 νοίκιασε τὸ ἐγκαταλελειμμένο μοναστηράκι τοῦ Ἁγίου Νικολάου Καλλισίων στὴν Πεντέλη καὶ μέχρι τὸ 1978 καλλιεργοῦσε τὴν περιοχή του. Τὸ 1979 ἐγκατεστάθη στὸ Μήλεσι Ἀττικῆς, κοντὰ στὸν Ὠρωπό, ὅπου ἄρχισε, ἀφοῦ ἔλαβε τὶς νόμιμες ἄδειες, νὰ κτίζει τὸ Ἡσυχαστήριο τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος. Σ᾿ αὐτὸ δεχόταν ἐπισκέπτες κάθε κατηγορίας καὶ τηλεφωνήματα ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τοῦ κόσμου, γιὰ διάφορα προβλήματα καὶ συμβούλευε, εὐχόταν, ἐξομολογοῦσε καὶ θεράπευε τὶς ψυχὲς καὶ πολλὲς φορὲς καὶ τὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων.
Τὸν Ἰούνιο τοῦ 1991, προαισθανόμενος τὸ τέλος του, καὶ μὴ θέλοντας νὰ κηδευθεῖ μὲ τιμές, ἀναχώρησε γιὰ τὸ καλύβι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὰ Καυσοκαλύβια τοῦ Ἁγίου Ὅρους, ὅπου εἶχε καρεῖ μοναχὸς πρὶν ἀπὸ περίπου 70 χρόνια καὶ στὶς 4:31 τὸ πρωῒ τῆς 2-12-1991 παρέδωσε τὸ πνεῦμα στὸν Κύριο, ποὺ τόσο ἀγάπησε στὴν ζωή του. Ἐκεῖ ἐτάφη σὲ ἕναν ἁπλὸ καλογερικὸ τάφο μὲ τὴν παρουσία μόνο τῶν συμμοναστῶν του, διότι εἶχε παραγγείλει ἀπὸ μεγάλη ταπείνωση νὰ ἀναγγελθεῖ ἡ κοίμησή του μόνον μετὰ τὴν ταφή του. Τώρα σ᾿ αὐτὸν τὸν τάφο ἀναπαύεται ἄλλος μοναχός, τὰ δὲ λείψανα τοῦ Γέροντος Πορφυρίου κατ᾽ ἐντολήν του πρὸς τοὺς ὑποτακτικούς του, ἔχουν ἀποκρυβεῖ σὲ ἀπρόσιτο μέρος.
Τὰ κύρια χαρακτηριστικά του
Τὰ κύρια χαρακτηριστικά του Γέροντος Πορφυρίου σὲ ὅλη τὴν ζωὴ του ἦταν ἡ ἄκρα ταπείνωσή του, ἡ τέλεια ἀγάπη του στὸν Χριστὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο, ἡ αἴσθησή του ὅτι ἀνήκει στὴν Ἐκκλησία, μὲ μία ἀπόλυτη ὑπακοὴ σ᾿ αὐτὴν ἐν Χριστῷ καὶ μὲ μία ἀπόλυτη ἑνότητα μὲ ὅλους καὶ ἡ βίωση τῆς ἀθανασίας καὶ τῆς ἐλευθερίας ἀπὸ τὸν φόβο καὶ τὴν κόλαση ἀπὸ αὐτὴ ἐδῶ τὴ ζωή. Σ᾽ αὐτὰ πρέπει νὰ προστεθοῦν ἡ ἀγόγγυστη ὑπομονή του στοὺς ἀφόρητους πόνους, ἡ σοφὴ διάκρισή του, ἡ ἀσύλληπτη διόρασή του, ἡ ἀπέραντη φιλομάθειά του, ἡ ἐκπληκτικὴ εὐρύτητα τῶν γνώσεών του, ποὺ ἦταν καρπὸς τῆς Χάρης καὶ δῶρο Θεοῦ καὶ ὄχι ἀποτέλεσμα σπουδῆς, ἡ ἀνεξάντλητη φιλοπονία καὶ ἐργατικότητά του, ἡ ἀδιάλειπτη ταπεινὴ καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν ἀποτελεσματικὴ προσευχή του, τὸ ἀκραιφνῶς ὀρθόδοξο, ἀλλὰ ὄχι φανατικὸ φρόνημά του, οἱ ἐπιτυχεῖς συμβουλές του, ἡ πολυμέρεια τῶν διδαχῶν του, ἡ βαθύτατη εὐλάβειά του, τὸ ἱεροπρεπέστατο τῶν ἀκολουθιῶν ποὺ τελοῦσε, καὶ ἡ μεγάλη φροντίδα του νὰ κρατηθεῖ μυστικὴ ἡ ἐκτεταμένη προσφορά του.
Τὰ οὐσιώδη
Προσπαθώντας νὰ ἐμβαθύνουμε στὰ οὐσιώδη στοιχεῖα ποὺ συγκροτοῦσαν τὴν προσωπικότητα τοῦ Γέροντος Πορφυρίου καταλήξαμε στὸ συμπέρασμα ὅτι αὐτὰ ἦταν: πρῶτον, ἡ ἔνταξή του στὴν Ἐκκλησία κατὰ ἕναν οὐσιαστικὸ καὶ ὄχι τυπικὸ τρόπο, δεύτερον, ἡ ἀπέραντη ἀγάπη του στὸν Χριστὸ καὶ δι᾽ Αὐτοῦ στὸν συνάνθρωπο, ποὺ συνοδευόταν ἀπὸ ἁγία ταπείνωση, τρίτον, ἡ βίωση τῆς ἐν Χριστῷ μυστικῆς χαρᾶς καὶ τέταρτον ἡ βίωση τῆς ἐν Χριστῷ ἀθανασίας.
α) Ἡ ἔνταξη στὴν Ἐκκλησία
Ὁ Γέρων Πορφύριος ἔλεγε μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους ὅτι ὁ Χριστὸς πρέπει νὰ εἶναι μέσα στὴν Ἐκκλησία. Αὐτὸ σημαίνει ἑνωμένος μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Χριστοῦ καὶ πρὸ παντὸς μὲ τὸν ἀρχιερέα Του, ποὺ ἐπέχει τόπο καὶ τύπο Χριστοῦ. Ἀλλὰ αὐτό, τὸ νὰ εἶναι κανεὶς μέσα στὴν Ἐκκλησία δὲν εἶναι κάτι τυπικό. Αὐτὸ ἄλλωστε πρέπει νὰ σημαίνει ἡ διαθήκη του, στὴν ὁποία μᾶς εὔχεται νὰ μποῦμε στὴν ἐπίγεια ἄκτιστη Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, παρ᾽ ὅλον ποὺ ἐπιφανειακὰ σκεπτόμενοι θὰ τοῦ ἀπαντούσαμε ὅτι εἴμαστε ἤδη στὴν Ἐκκλησία, ἀφοῦ εἴμαστε βαπτισμένοι.
Πράγματι εἴμεθα μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ τόσο μόνο ὅσο εἶναι μέσα στὴν Ἑλλάδα ὁ ξένος ταξιδιώτης ποὺ πέρασε τὰ σύνορά της κατὰ ἕνα-δύο βήματα. Αὐτός, ἂν καὶ εἶναι στὴν Ἑλλάδα τυπικὰ καὶ οὐσιαστικὰ καὶ μπορεῖ νὰ ταξιδέψει παντοῦ σ᾽ αὐτὴν καὶ νὰ τὴ γνωρίσει ὅλη, ὅμως εἶναι σὰν νὰ μὴν εἶναι, ἀφοῦ μόνο δύο βήματα πέρασε στὸ ἔδαφός της καὶ τίποτε δὲν ξέρει ἀκόμη ἀπὸ Ἑλλάδα. Ἔτσι καὶ ὁ Χριστιανὸς ποὺ μία φορὰ πέρασε τὴν πόρτα τῆς Ἐκκλησίας καὶ μπῆκε μέσα σ᾿ αὐτήν, εἶναι οὐσιαστικὰ σὰν νὰ μὴ μπῆκε, ἅμα δὲν προχωράει διαρκῶς βαθύτατα σ᾿ αὐτὴν μέχρι νὰ φθάσει στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Γέροντας εἶχε δεῖ στὴν πράξη ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὅτι οἱ πιστοὶ πρέπει νὰ εἶναι μεταξύ τους ἑνωμένοι σὰν ἕνα σῶμα, τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὅτι κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ σωθεῖ ὅταν ζητᾶ μόνο τὴν ἀτομική του σωτηρία, ὅτι ἡ ἑνότητα ὡς αἴτημα, πόθος καὶ βίωμα τοῦ πιστοῦ εἶναι βασικὸ στοιχεῖο τῆς Ἐκκλησίας καὶ προϋπόθεση τῆς σωτηρίας καὶ ὅτι ἡ ἀγάπη, ποὺ ὠθεῖ τὴν ψυχὴ στὴν ἑνότητα, εἶναι ἀπαραίτητη, γιὰ νὰ μπεῖ κανεὶς στὴν κοινότητα ποὺ συνιστᾶ τὴν ἐπίγεια ἄκτιστη Ἐκκλησία καὶ νὰ σωθεῖ ἐκεῖ.
β) Ἡ ἀγάπη
Ἡ κινητήρια δύναμη γιὰ τὴν δημιουργία συμμετόχων στὴν ὕπαρξη καὶ στὴν χαρά, γιὰ τὴν μετάδοση τῆς ζωῆς, εἶναι ἡ ἀγάπη. Αὐτὸς ποὺ σκέπτεται ὅτι ὁ νέος ἄνθρωπος θὰ τοῦ στερήσει κάτι ἀπὸ τὴν ἄνεσή του καὶ τὴν χαρά του δὲν σκέπτεται ὅπως ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος δημιούργησε τὸ ἀνθρώπινο Γένος, παρ᾿ ὅλον ὅτι αὐτὸ Τὸν παρεπίκρανε (ἀνθρωποπαθῶς μιλώντας). Ἡ μόνη διάθεση, λοιπόν, ποὺ ἁρμόζει σὲ ἀνθρώπους πλασμένους εἰκόνα καὶ καθ᾽ ὁμοίωσιν Θεοῦ, εἶναι ἡ ἀγάπη, δηλαδὴ τὸ ἄνοιγμα τῆς καρδιᾶς στὸ ἄλλο πρόσωπο, στὸ Σὺ τοῦ Θεοῦ καὶ στὸ σὺ τοῦ συνανθρώπου.
Ὑπάρχουν πολλοὶ τρόποι μὲ τοὺς ὁποίους προσπαθεῖ ἡ Ἐκκλησία νὰ πείσει τοὺς ἀνθρώπους νὰ βαδίσουν στὸν σωστὸ δρόμο. Ὅμως ὁ βασιλικὸς δρόμος τῆς εὐαίσθητης, ποιητικῆς καὶ εὐγενικῆς ψυχῆς πού σοῦ ὑπεδείκνυε ὁ Γέρων Πορφύριος εἶναι ὁ δρόμος τῆς ἀγάπης, τοῦ θείου ἔρωτα πρὸς τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ἡ ἀνιδιοτέλεια, δηλαδὴ ἡ ἀδιαφορία γιὰ τὸ ἂν ἡ ἀγάπη σου στὸν Χριστὸ συνεπάγεται χαρὲς ἢ ὀδύνες. Εἶναι δρόμος γεμάτος ἀρχοντιὰ καὶ ἀνωτερότητα, χωρὶς μιζέριες, ὑπολογισμοὺς καὶ φόβους, λεβέντικος καὶ ἄξιος τοῦ θείου μεγαλείου καὶ τῆς ἀπόλυτης ἐμπιστοσύνης στὴν φιλικὴ διάθεση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μᾶς ἀγαπᾶ.
Αὐτὸ συνεπάγεται καὶ μία ὡραία μεθόδευση τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα τοῦ χριστιανοῦ, τὴν ὁποία συχνὰ-πυκνὰ καὶ μὲ πολλὰ παραδείγματα ἀνέπτυσσε. Ἂς θυμηθοῦμε μερικά:
- Ὅταν εἶσαι σ᾿ ἕνα κατασκότεινο δωμάτιο, μὴ χτυπᾶς τὸ σκοτάδι γιὰ νὰ τὸ διώξεις. Δὲν φεύγει ἔτσι. Ἄνοιξε τὸ παράθυρο στὸ φῶς, δηλαδὴ δώσου στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ τότε χωρὶς κόπο φεύγει τὸ σκοτάδι.
- Ὅταν ἔρχεται ὁ κακὸς λογισμός, ἡ μελαγχολικὴ σκέψη, ὁ φόβος, ὁ πειρασμὸς νὰ σὲ καταλάβει, μὴν πολεμᾶς μαζί τους νὰ τὰ διώξεις. Ἄνοιξε τὰ χέρια σου στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ σὲ παίρνει στὴν ἀγκαλιά του καὶ χάνονται αὐτὰ μόνα τους.
- Ὅταν ὁ κῆπος τῆς ψυχῆς σου εἶναι γεμάτος ἀγκάθια (πάθη), μὴν προσπαθεῖς νὰ τὰ ξεριζώσεις καὶ βρίσκεσαι διαρκῶς τραυματισμένος καὶ μολυσμένος ἀπὸ τὴν ἀσχολία σου μαζί τους. Δῶσε ὅλη τὴ δύναμή σου στὰ λουλούδια τῆς ψυχῆς σου, πότισε τά, καὶ τότε τ᾽ ἀγκάθια θὰ ξεραθοῦν μόνα τους. Καὶ τὸ καλύτερο λουλούδι εἶναι ἡ ἀγάπη σου στὸν Χριστό. Ἂν ποτίσεις αὐτὴν καὶ ἀναπτυχθεῖ, ὅλα τὰ ἀγκάθια μαραίνονται.
γ) Ἡ χαρά
Ὁ Γέρων Πορφύριος ἀγαποῦσε ὅλους μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ποὺ εἶναι μοναδικὴ γιὰ τὸν καθένα. Ἀλλὰ ἡ πλούσια καρδιὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅσων ὁμοιώθηκαν μ᾽ Αὐτόν, μπορεῖ ν᾿ ἀγαπᾶ μὲ μοναδικὸ τρόπο τὸν κάθε ἄνθρωπο, ποὺ εἶναι εἰκόνα τοῦ ἀγαπημένου Χριστοῦ. Καὶ ἡ ἀγάπη αὐτὴ ἑλκύει τὴν Θεία Χάρη, ποὺ ἐπιπίπτει στὸν ἀγαπῶντα σὰν χαρὰ μεγάλη καὶ ἀνεξάντλητη. Αὐτὸς ποὺ ἀγαπᾶ, εἶναι χαρούμενος, γιατί ἡ ἀγάπη εἶναι δόσιμο καὶ τὸ δόσιμο συνεπάγεται τὴ μακαριότητα, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος (μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν, Πραξ. κ´35). Ἔτσι ζοῦσε ὁ Γέροντας στὴ χαρὰ ποὺ κανείς, οὔτε οἱ πόνοι οὔτε οἱ θλίψεις, δὲν ἀφαιρεῖ ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ εἶναι δοσμένος στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Γέροντας Πορφύριος, ζώντας μέσα στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶχε διαπιστώσει ἐμπειρικὰ αὐτὸ ποὺ γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής: «ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον» (Α´ Ἰω. δ´18) καὶ γι᾿ αὐτὸ λέει σὲ μία ἠχογραφημένη συνομιλία του μὲ ἔμφαση καὶ μὲ γεμάτη πραότητα βεβαιότητα «Ὁ φίλος, ὁ ἀδελφὸς (ὁ Χριστός)…! Πῶς τὸ φωνάζει αὐτὸ ὅμως…! καὶ πόσο…! Τί βάθος κρύβεται μέσα σ’ αὐτό…! Πολὺ βάθος! Δηλαδὴ εἶναι τὸ θάρρος. Δὲν θέλει τὸν φόβο ὁ Χριστός, δὲν τόνε θέλει τὸν φόβο!»
δ) Ἡ ἀθανασία
Ἡ νίκη πάνω στὸν θάνατο, ἡ αἴσθηση καὶ ἡ βεβαιότητα τῆς ἀθανασίας εἶναι ἕνα βίωμα κοινὸ σὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους καὶ στὸν Γέροντα Πορφύριο. Λέγει στὴν προαναφερθεῖσα ἠχογραφημένη συνομιλία του: «Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Χριστοῦ πρέπει ν᾽ ἀγαπήσει τὸν Χριστό, κι ὅταν ἀγαπήσει τὸν Χριστὸ ἁπαλλάττεται ἀπὸ τὸν διάβολο, ἀπὸ τὴν κόλαση καὶ ἀπὸ τὸν θάνατο». Δὲν εἶναι αὐτὰ λόγια εἰπωμένα ἀπὸ κάποιον ποὺ συνέλαβε αὐτὴ τὴν ἀλήθεια μὲ τὴ σκέψη του. Εἶναι λόγια βγαλμένα ἀπὸ ἕνα ἀληθινὸ προσωπικὸ βίωμα καὶ γι᾽ αὐτὸ ἔχουν τὴν ἀξία μαρτυρίας αὐτόπτη μάρτυρα. Δὲν ἀλλάζει τὸ πράγμα ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Γέροντας Πορφύριος ἀπὸ ταπείνωση καὶ βαθιὰ αἴσθηση τῆς ἀνθρώπινης ἀσθένειάς μας λέγει ὅτι δὲν ἔχει φθάσει σὲ αὐτὴ τὴν κατάσταση. Μᾶλλον ἐνισχύεται ἡ ἀξιοπιστία του, διότι δὲν εἶναι πλέον ἕνας ποὺ νομίζει ὅτι ἔφθασε κάπου. «Δὲν ἔχω φθάσει, αὐτὸ ζητάω, αὐτὸ θέλω. Καὶ στὴ σιωπή μου καὶ παντοῦ προσπαθῶ νὰ ζήσω σ᾿ αὐτά. Δὲν τὰ ζῶ ὅμως, …προσπαθῶ. Δηλαδή, πῶς νὰ σοῦ πῶ, πῶς νὰ σᾶς πῶ; Δὲν ἔχω πάει σ᾿ ἕνα μέρος, ἔτσι… ἢ πῆγα μία φορά, τὸ εἶδα, τώρα δὲν εἶμαι ἐκεῖ, ἀλλὰ τὸ θυμᾶμαι, τὸ λαχταράω, τὸ θέλω. Νὰ τώρα, αὐτὴ τὴ στιγμή, αὔριο, μεθαύριο, κάθε στιγμὴ μού ᾽ρχεται καὶ τὸ θέλω. Θέλω νὰ πάω ἐκεῖ, τὸ ζητάω. Δὲν εἶμαι ὅμως ἐκεῖ… Ναί, ἀλλὰ ζῶ μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴν προσπάθεια…»
Βεβαιοῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὅτι τὸ εὑρεῖν τὸν Θεὸν ἔγκειται εἰς τὸ ἀεὶ Αὐτὸν ζητεῖν. Δὲν ὑπάρχει καλύτερη καὶ ἐγκυρότερη ἐπιβεβαίωση ὅτι ὁ Γέρων Πορφύριος βρῆκε τὸν Θεό, καὶ ὅτι ὁ δρόμος τῆς ἀγάπης ποὺ μᾶς ὑποδεικνύει εἶναι ὁ συντομότερος, ὁ ἀσφαλέστερος καὶ ὁ καλύτερος γιὰ νὰ μᾶς βρεῖ καὶ μᾶς ὁ Θεὸς καὶ νὰ περιμαζέψει τὸν καθένα μας, σὰν τὸ ἕνα ἀπολωλὸς πρόβατο, μὲ χαρὰ καὶ μὲ ἀγάπη καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσει ἀπὸ αὐτὴν ἐδῶ τὴ ζωὴ στὴν ἐπίγεια ἄκτιστη Ἐκκλησία Του, ποὺ εἶναι χώρα ἀγάπης, χαρᾶς, εἰρήνης καὶ ἀθανασίας.
Γένοιτο, Κύριε, δι᾽ εὐχῶν τοῦ δούλου Σου Πορφυρίου. Ἀμήν.

ΠΗΓΗ www.porphyrios.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.